ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΝΟΜΑΡΧΗ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΘΥΜΙΟΥ ΣΩΚΟΥ
H λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου – Αιτωλικού είναι ένα ξεχωριστό, ιδιαίτερα ευαίσθητο και διαχρονικά μεταβαλλόμενο περιβαλλοντικό οικοσύστημα. Εξακολουθεί - παρ’ όλες τις σε βάρος της ανθρωπογενείς παρεμβάσεις - να είναι η μεγαλύτερη ενιαία λιμνοθάλασσα της χώρας, αφού καταλαμβάνει χώρο 140 χιλ. στρεμμάτων.
Αποτελεί μέρος ενός συνολικότερου συμπλέγματος υγροτόπων έκτασης 220 χιλ. στρεμμάτων και καθορίζεται τόσο στο επίπεδο των γεωγραφικών της ορίων όσο και σε αυτό της ίδιας της ύπαρξης της από τους δυο ποταμούς, τον Αχελώο και τον Εύηνο.
Η ύπαρξη και η δυναμική φυσική λειτουργία των δυο αυτών ποταμών, διαμόρφωσαν στο πέρασμα των αιώνων ολάκερη τη μορφολογία της περιοχής, ιδιαίτερα πριν κατασκευαστούν τα φράγματα και περιοριστεί ο όγκος των νερών τους.
Με τις συνεχείς προσχώσεις πρόσθεταν καινούργια γη και με τις μεγάλες ποσότητες νερού και φερτών υλών που «κατέβαζαν» όλο το χρόνο, κάθε χρόνο, αποτέλεσαν τους γεννήτορες ενός μοναδικού περιβαλλοντικού συστήματος που απαρτίζεται από νησίδες, λουρονησίδες, αλυκές, λασποτόπια, αλμυρόβαλτους, λιβάδια Ποσειδωνίας βλάστησης, καθώς και από μικρούς παραποτάμιους και παραλιμνίους βιότοπους.
Σε αυτό τον οικολογικό παράδεισο όπου εξακολουθεί η αστείρευτη φυσική διαπάλη του γλυκού νερού των δυο ποταμών μ’ εκείνο του αρμυρού της θάλασσας, έχουν εγκατασταθεί σπάνιες και δυσεύρετες φυτικές και ζωικές κοινωνίες σημαντικής βιοποικιλότητας.
Κοινωνίες φυσικής αρμονίας, οι οποίες συναποτελούνται από μοναδικά είδη χλωρίδας και ορνιθοπανίδας.
Στον ευρύτερο φυσικό ορίζοντα της λιμνοθάλασσας, των δυο Δέλτα των ποταμών του Αχελώου και του Ευήνου και των γύρω βουνών, έχουν ήδη παρατηρηθεί περισσότερα από 280 είδη πουλιών, ενώ στα εναπομείναντα φυσικά της λιβάδια συναντώνται 52 είδη ψαριών, εκ των οποίων οι μελέτες φανερώνουν πως μόνιμα ζουν εδώ περίπου οκτώ.
Η λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου – Αιτωλικού αποτέλεσε όμως και τον καθοριστικό παράγοντα εξέλιξης του ιδίου του ανθρώπινου παράγοντα και των κοινωνιών που συγκρότησε στην ευρύτερη περιοχή.
Δίχως την «Περικαλλέα λίμνη» του Ομήρου δεν θα ήταν υπαρκτή η ξεχωριστή φυσιογνωμία των δυο πόλεων με τη σημαντική ιστορική διαδρομή, του Μεσολογγίου και του Αιτωλικού.
Δεν θα υπήρχε ούτε όμως αυτός ό ιδιαίτερος τύπος ανθρώπου που συναντά κανείς ανά τους αιώνες στις παρυφές της λίμνης.
Η λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου – Αιτωλικού, η «λίμνη των πόθων», των καημών και των στεναγμών, ο τόπος της πλούσιας καλλιτεχνικής έμπνευσης, του Παλαμά, του Δροσίνη, του Τραυλαντώνη, του Μαλακάση, του Βλαχογιάννη, του Γκόρπα, του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, της Βάσως Κατράκη και τόσων άλλων γνωστών αλλά και αφανών ανθρώπων του πνεύματος και της πολιτιστικής δημιουργίας, εξακολουθεί να είναι ο σπουδαιότερος παράγοντας ζωής στην περιοχή.
Η ίδια όμως η ύπαρξή της τίθεται υπό αμφισβήτηση και περιορίζεται δραστικά όσο θα συνεχίζονται, παρ’ όλες τις διεθνείς συμβάσεις προστασίας της, τα φαραωνικού τύπου έργα περιορισμού των νερών του Εύηνου και του Αχελώου από τις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις.
ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ ΣΙΣΙΑΣ ΡΟΥΣΣΗ
ΓΕΩΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΦΟΡΕΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑΣ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ
Μεσολόγγι: Οι σύγχρονοι…
«καημοί της λιμνοθάλασσας…»
Η οικολογική διάσταση της περιοχής της λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου Αιτωλικού, άρχισε να αναγνωρίζεται από την δεκαετία του ΄70.
Αρχικά, με τη συνθήκη Ramsar, εντάχθηκε στους υγρότοπους διεθνούς σημασίας ως ενδιαίτημα για τα υδρόβια και παρυδάτια πουλιά, ενώ στη συνέχεια, με την ένταξή της στο δίκτυο Natura 2000 συγκαταλέχθηκε στους οικότοπους ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και στις σημαντικές για τα πουλιά περιοχές.
Το βασικό οικολογικό χαρακτηριστικό της περιοχής δεν είναι μόνο η λιμνοθάλασσα των 150.000 στρεμμάτων που την καθιστούν τη μεγαλύτερη στην Ελλάδα, αλλά η πολυμορφία σχηματισμών και η μεγάλη ποικιλότητα οικοτόπων που συνεπάγεται αντίστοιχα μεγάλη βιοποικιλότητα.
Η περιοχή περιλαμβάνει τμήμα της ανοιχτής θάλασσας με λιβάδια ποσειδωνίας, λιμνοθάλασσες, βάλτους, εκβολικά συστήματα, παρόχθιες ζώνες όπου υπάρχει το αυτοφυές δάσος του φράξου χαρακτηρισμένο ως «διατηρητέο μνημείο της φύσης», λοφώδεις εξάρσεις και όλα αυτά πλαισιώνονται από τον ορεινό όγκο του Αρακύνθου με το μεγαλόπρεπο, ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους φαράγγι της Κλεισούρας και την Βαράσοβα με τις εκπληκτικές ορθοπλαγιές της.
Στο σύστημα αυτό, η ομαλή μετάβαση από τα λιβάδια της ποσειδωνίας, στο μέτωπο της λιμνοθάλασσας προς τον Πατραϊκό κόλπλο, στα κρινάκια της άμμου και τα κεδροκυπάρισσα των αμμοθινών, στο υδροχαρές δάσος του φράξου, τους καλαμώνες των βάλτων και μέχρι τα δάση με τις αιωνόβιες καστανιές και βελανιδιές του Αρακύνθου, αναπτύσσεται μια εκπληκτική ποικιλία άγριας ζωής, με κοινά και σπάνια είδη (βίδρες, πράσινους φρύνος, ζαρκάδια) όπου βέβαια κυριαρχεί η ορνιθοπανίδα.
Έχουν καταγραφεί περίπου 300 είδη πουλιών (κυρίως υδρόβια, παρυδάτια και αρπακτικά) από τα οποία τα 100 προστατευόμενα (οδηγία 79/409, παράρτημα Ι).
ΠΑΛΙΑ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου-Αιτωλικού, έχουν τη βάση τους σε παρεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν τη δεκαετία του 1960, και είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση του υγροτοπικού χώρου κατά 30%, τη διαμερισματοποίηση μεγάλων τμημάτων της λιμνοθάλασσας με αναχώματα και τον ευξεινισμό της λιμνοθάλασσας του Αιτωλικού.
Σε ότι αφορά την προστατευόμενη περιοχή στο σύνολό της, θα πρέπει ενδεικτικά να προσθέσουμε και καταπατήσεις (παραθεριστικές κατοικίες, επέκταση καλλιεργούμενων εκτάσεων), πλημμελή τήρηση περιβαλλοντικών όρων από επιχειρήσεις και ιδιώτες, παράνομες αμμοληψίες στα ποτάμια, λαθροθηρία, παράνομη αλιεία στα εκβολικά συστήματα με συρόμενα εργαλεία.
Όπως είναι αναμενόμενο, εκτός από την οικολογική της αξία, είναι ιδιαίτερα σημαντικός ο ρόλος της λιμνοθάλασσας στην ιστορική εξέλιξη της περιοχής και στη διαμόρφωση των σύγχρονων οικισμών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δύο βασικές πόλεις, το Μεσολόγγι και το Αιτωλικό έχουν αναπτυχθεί στην καρδιά της λιμνοθάλασσας, ή δε άμυνά τους κατά την επανάσταση του ΄21 στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στα ρηχά νερά της και στην εύκολη σχετικά εξασφάλιση αλιευμάτων.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ
Σε ότι αφορά την τοπική οικονομία, και ο τομέας της αλιείας είναι σημαντικός αν λάβουμε υπόψη ότι γύρω από την αλιεία δραστηριοποιούνται περίπου 700 άτομα, τα οποία ασκούν αποκλειστικά παραδοσιακές αλιευτικές τέχνες και τεχνικές όπως είναι τα διβάρια και το «σταφνοκάρι» που έχει χαθεί από πολλές περιοχές της χώρας. Η αλιεία στα διβάρια, στηρίζεται στις μετακινήσεις των ψαριών για λόγους διατροφής, αναζήτησης ευνοϊκότερων περιβαλλοντικών συνθηκών για την αναπαραγωγή και προστασίας από τους θηρευτές.
Με άλλα λόγια η αλιεία στη λιμνοθάλασσα στηρίζεται στην εμπειρική γνώση των ψαράδων. Από την άποψη αυτή, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό το αποτέλεσμα σχετικής έρευνας σε ψαράδες σύμφωνα με το οποίο:
-το 66% των απασχολούμενων σήμερα στη λιμνοθάλασσα είναι παιδιά ψαράδων,
-από τα παιδιά των σημερινών ψαράδων, το 18% ακολουθούν ή προτίθενται να ακολουθήσουν το επάγγελμα του πατέρα, ενώ το 82% δηλώνει ότι δεν επιθυμεί να ασχοληθεί με την αλιεία.
Η βασική αιτία που επικαλούνται οι ψαράδες είναι το χαμηλό εισόδημα, που έχει να κάνει με τους όρους ενοικίασης των διβαριών (ύψος ενοικίου και χρόνος) σε συνδυασμό με τις τιμές των ψαριών που έχουν για πολλά χρόνια μείνει καθηλωμένες.
Τα προβλήματα που γεννά η διαφαινόμενη έλλειψη συνέχεις, με την αποχώρηση από το επάγγελμα αυτών που κατέχουν την τέχνη, είναι ιδιαίτερα σημαντικό τόσο για την συνοχή της τοπικής κοινωνίας όσο και για την προστασία αυτής καθεαυτής της λιμνοθάλασσας.
Παράλληλα, η αλιευτική δραστηριότητα, επιδρά καταλυτικά στη διατήρηση των ιδιαίτερων στοιχείων της ναυπηγικής και αρχιτεκτονικής, που αναπτύχθηκαν στην περιοχή, στο πέρασμα των χρόνων, με βάση τα χαρακτηριστικά του φυσικού περιβάλλοντος, όπως είναι οι γαΐτες και τα πρυάρια (σκάφη χωρίς καρίνα), οι πελάδες (πασσαλόπηκτοι ξύλινοι οικισμοί).
Θα ήταν παράληψη να μην γίνει αναφορά και στο ξεχωριστό λεξιλόγιο που έχει αναπτυχθεί γύρω από το ψάρεμα με όρους που προέρχονται από την αρχαιότητα αλλά και από την επίδραση της ιταλικής γλώσσας.
Συνοψίζοντας, ο πλούτος της λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου-Αιτωλικού είναι σαφώς η παραγωγή ψαριού αλλά είναι και ο πολιτισμός που έχει αναπτυχθεί με βάση το ψάρι. Είναι τα αρχαιολογικά και ιστορικά μνημεία. Είναι το φυσικό περιβάλλον και κάλλος. Είναι η άγρια ζωή.
Όλα αυτά χρειάζονται να αναγνωριστούν ως πλουτοπαραγωγικά στοιχεία της περιοχής, και να αξιοποιηθούν στη χάραξη της τοπικής αναπτυξιακής προοπτικής με αιχμή τον εναλλακτικό τουρισμό.
Με άλλα λόγια, απαιτείται η ενίσχυση υποδομών που ήδη υπάρχουν και η δημιουργία νέων, ο σχεδιασμός προβολής του τουριστικού προϊόντος και συγχρόνως η λήψη ανάλογων μέτρων για την ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας.
Ιδιαίτερη μέριμνα απαιτείται για την εμπλοκή των ψαράδων οι οποίοι μπορούν να εξασφαλίσουν συμπληρωματικό εισόδημα με δράσεις όπως αυτές του αλιευτικού τουρισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου