Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παίζει «ρουλέτα» με την προστασία των καταναλωτών.



Το 2005, η Ε.Ε. ξεκίνησε διαβούλευση, για την αναθεώρηση 8 οδηγιών, που αφορούσαν τα δικαιώματα των καταναλωτών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε στηρίξει αυτή της την πρωτοβουλία, στο γεγονός ότι η ευρωπαϊκή αγορά είναι κατακερματισμένη και ότι απέχουμε, ακόμα πολύ, από την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Βέβαια, η μοναδική αιτία, για αυτό το γεγονός, για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ήταν οι διαφορετικές νομοθεσίες, για την προστασία του καταναλωτή, στα κράτη-μέλη. Και έτσι, είχε προτείνει η νέα νομοθεσία να διέπεται, από μέγιστη εναρμόνιση. Αυτό σήμαινε ότι πολλά κράτη-μέλη, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας, θα ήταν υποχρεωμένα να υποβαθμίσουν την προστασία των καταναλωτών. Τελικά, από την αρχική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για την αναμόρφωση οχτώ οδηγιών, με μέγιστη εναρμόνιση, μετά από περίπου εφτά χρόνια, καταλήξαμε στην αναμόρφωση δύο οδηγιών, όπου κάποια άρθρα διέπονται, από μέγιστη και κάποια, από ελάχιστη εναρμόνιση.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το 2010, κατέθεσε πρόταση, για το λεγόμενο «εργαλείο επιλογής». Ήθελε, να δημιουργήσει μια νέα νομοθεσία, με μέγιστη εναρμόνιση, που θα εφαρμοζόταν, μόνο στις συμβάσεις διασυνοριακών αγορών. Δηλαδή, παράλληλα, με τις 27 εθνικές νομοθεσίες, που θα εφαρμόζονταν, στις συμβάσεις επιχειρήσεων, με καταναλωτές, εντός εθνικών συνόρων, θα είχαμε και μία 28η νομοθεσία, για τις διασυνοριακές συμβάσεις. Παρά τις αντιρρήσεις μας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις 11 Οκτωβρίου 2011, ανακοίνωσε την πρότασή της, τη δημιουργία νομοθετικού πλαισίου, για την «28η συνταγή».

Το ΚΕ.Π.ΚΑ.- Κέντρο Προστασίας Καταναλωτών και η BEUC-Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ενώσεων Καταναλωτών θεωρούμε ότι η πρωτοβουλία της Επιτροπής, για μία Ευρωπαϊκή Νομοθεσία Συμβάσεων, που θα αποτελεί προαιρετική επιλογή, σκοπεύει να εισάγει νέα αντίληψη, στη νομοθετική διαδικασία, είναι εντελώς ερασιτεχνική και ενέχει πολλούς κινδύνους, για τους Ευρωπαίους καταναλωτές και τη νομοθεσία, για την προστασία τους, τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο:






• Σήμερα, η νομοθεσία, για τις συμβάσεις επιχειρήσεων, με καταναλωτές, έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα, γιατί στοχεύει, στην προστασία του αδύναμου μέρους μίας σύμβασης, δηλαδή του καταναλωτή. Η νομοθεσία αυτή μπορεί να εκπληρώσει το σκοπό της, γιατί όλες οι επιχειρήσεις και όλοι οι καταναλωτές είναι υποχρεωμένοι να την εφαρμόσουν. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που προβλέπει προαιρετική εφαρμογή της νέας νομοθεσίας, μπορεί να μη γίνει αποδεκτή και άρα να μην εφαρμοστεί, στην πράξη, από τις ίδιες τις επιχειρήσεις, εάν προβλέπει υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, αφού η επιχείρηση είναι αυτή, που θα αποφασίζει, αν θα προσφέρει τη 28η νομοθεσία, στους πελάτες της. Σε περίπτωση, δε, που η συνταγή αυτή, περιλαμβάνει μείωση του επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, ώστε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διασφαλίσει τη συναίνεση των επιχειρήσεων, οι επιχειρήσεις θα χρησιμοποιούν αυτή τη νομοθεσία, όταν συναλλάσσονται, με καταναλωτές, από κράτη-μέλη, που έχουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας και έτσι, θα υποβαθμιστούν οι εθνικές νομοθεσίες, αλλά και θα διαστρεβλωθεί ο ανταγωνισμός.
• Η Ε.Ε. δίνει, στον έμπορο ή στην επιχείρηση, το δικαίωμα να επιλέξουν, αν θα εφαρμόσουν τη νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία ή την, ήδη, υπάρχουσα εθνική νομοθεσία. Έτσι, μια επιχείρηση, που πουλάει λογισμικό, σε καταναλωτή, από κράτος-μέλος, που δεν προβλέπει, στην εθνική του νομοθεσία υψηλό επίπεδο προστασίας, π.χ. όταν το λογισμικό είναι ελαττωματικό, θα επιλέξει να εφαρμόσει την εθνική νομοθεσία. Αντίθετα, αν το κράτος-μέλος, όπου κατοικεί ο καταναλωτής, παρέχει υψηλότερη προστασία, από την προστασία, που προβλέπει η νέα νομοθεσία, η επιχείρηση θα επιλέξει τη νέα νομοθεσία.
• Η διετής έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για την εποπτεία της Αγοράς Καταναλωτικών Προϊόντων (Consumer Market Scoreboard) έδειξε ότι τα βασικά αίτια, που οι καταναλωτές δεν αγοράζουν αγαθά, μέσω διαδικτύου, είναι οι φόβοι ότι θα πέσουν θύματα απάτης (62%), ότι δεν θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τυχόν προβλήματα, π.χ. μη συμμόρφωση αγορασθέντων προϊόντων (59%) και ότι δεν θα παραλάβουν τα προϊόντα, που αγόρασαν (49%). Το «εργαλείο επιλογής» ή το προαιρετικό Δίκαιο Συμβάσεων ή ο Ευρωπαϊκός Νόμος για τις Πωλήσεις (έχει αλλάξει πολλές ονομασίες, αυτά τα εφτά χρόνια), δεν αναφέρεται, σε κανένα, από αυτά τα προβλήματα. Επίσης, το Ευρωβαρόμετρο έχει καταγράψει ότι το 79% των επιχειρήσεων θεωρεί ότι μία τέτοια νομοθεσία θα συμβάλλει, από καθόλου έως ελάχιστα, στην ανάπτυξη του διασυνοριακού εμπορίου.
• Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές καλούνται, ήδη, να ανταποκριθούν, σε σύνθετες επιλογές προϊόντων και υπηρεσιών, σε μία αγορά, που γίνεται, διαρκώς, πιο πολύπλοκη. Είναι δυνατόν να περιμένουμε να γνωρίζουν τις διαφορές, ανάμεσα σε δύο «ανταγωνιστικά» νομοθετικά συστήματα; Με ποιες νομικές γνώσεις, θα μπορέσουν να αποφασίσουν, αν θα αγοράσουν ένα αγαθό, συνάπτοντας σύμβαση, που θα διέπεται, από το νέο Ευρωπαϊκό Νόμο για τις Πωλήσεις ή αν θα πρέπει να ψάξουν κάποιο έμπορο, που να τους παρέχει το αγαθό, κάτω από το δικό τους εθνικό, νομικό καθεστώς;
• Η νομική αβεβαιότητα και η σύγχυση δε θα αφορά μόνο τους καταναλωτές, αλλά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Μία επιπλέον νομοθεσία δε θα διευκολύνει αυτές τις επιχειρήσεις, αντίθετα, θα αυξήσει τα δυσκολίες, που, ήδη, αντιμετωπίζουν.
• Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές θα βρεθούν αντιμέτωποι, με διαφορετικές συμβάσεις, για το ίδιο αγαθό. Θα πρέπει να γνωρίζουν, κάτω από ποιο δίκαιο, αγόρασαν κάτι, για να μπορούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, γιατί ανάλογα, με τη σύμβαση, που θα υπογράφουν, θα έχουν διαφορετικά δικαιώματα.
• Τα κράτη-μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν, αν θα εφαρμόσουν αυτήν τη νομοθεσία και σε αγορές εντός των εθνικών συνόρων. Οπότε, γίνεται αντιληπτό ότι κινδυνεύει όλο το οικοδόμημα της προστασίας μας.
• Είναι αλήθεια ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει ένα υψηλό επίπεδο προστασίας, για τις εγγυήσεις, για τα ελαττωματικά προϊόντα ή για αυτά που δεν ανταποκρίνονται, στα όσα αναμένει ο καταναλωτής. Επίσης, η Ε.Ε. έχει περιλάβει και κανόνες, για τα ψηφιακά προϊόντα. Όμως, εάν η επιχείρηση δεν επιλέξει να εφαρμόσει τη νέα νομοθεσία, οι καλύτεροι όροι θα μείνουν κενό γράμμα.
• Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εργαστεί, πάνω στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, για τους καταναλωτές πάνω από 3 δεκαετίες. Τα δικαιώματα, που προέβλεπε η Ευρωπαϊκή Ένωση, για τους καταναλωτές, είναι, πλέον, γνωστά σε αυτούς, διεκδικούνται, εφαρμόζονται και η εμπειρία έχει αποδείξει ότι λειτουργούν, αρκετά καλά. Όταν οι καταναλωτές γνωρίζουν τα δικαιώματά τους, απαιτούν και το σεβασμό τους. Υπάρχει ανάγκη να γυρίσουμε, από εκεί που ξεκινήσαμε, πριν 30 και πλέον χρόνια; Ζητούμε, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκσυγχρονίσει τον Ευρωπαϊκό Νόμο για τις Συμβάσεις, με πραγματική και υποχρεωτική νομοθεσία και όχι με εθελοντικά εργαλεία.
• Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έκανε, καλά, να ασχοληθεί, με τη σύνταξη υποδειγμάτων συμβάσεων, με απλουστευμένους όρους, κατανοητούς, στους καταναλωτές. Η BEUC (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ενώσεων Καταναλωτών) έχει προτείνει ένα Ευρωπαϊκό Υπόδειγμα Σύμβασης, που και τους καταναλωτές προστατεύει και τις επιχειρήσεις διευκολύνει. Γιατί η Επιτροπή δεν εξετάζει μία τέτοια λύση;
• Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αντί να περιπλέκει τα δικαιώματα των καταναλωτών και να τα υποβαθμίζει, καλό θα ήταν να κατευθύνει την ενεργητικότητά της, στα προβλήματα, που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές, με τις αποζημιώσεις τους, όταν αγοράζουν αγαθά, διασυνοριακά. Ας ασχοληθεί, λοιπόν, η Επιτροπή με τη Συλλογική Αποζημίωση των Καταναλωτών, μέσω Δικαστικών διαδικασιών και με την ενίσχυση των διαδικασιών της Εξωδικαστικής Επίλυσης Διαφορών, που είτε λείπουν, από το νομικό πλαίσιο προστασίας των καταναλωτών, είτε δεν εφαρμόζονται, όπως θα έπρεπε και ας σταματήσει να απεργάζεται σενάρια, για την υποβάθμιση των δικαιωμάτων μας.

Το ΚΕ.Π.ΚΑ. έστειλε, στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, αίτημα να απορρίψει την πρόταση αυτή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με βάση τη Συνθήκη της Λισσαβόνας.

Για καταγγελίες ή περισσότερες πληροφορίες, ας απευθυνθούμε στο ΚΕ.Π.ΚΑ., τηλ. 2310-233333, ώρες 09:00 – 14:30.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου