Διευκρινίσεις σχετικά με τις υποχρεώσεις που απορρέουν στην περίπτωση που έχουν προκύψει επιβαρυντικά στοιχεία σε υποθέσεις περαίωσης και απαιτούνται συμπληρωματικές δηλώσεις και εκκαθαριστικά σημειώματα, παρέχει το υπουργείο Οικονομικών.
Οι διευκρινίσεις παρέχονται με την εγκύκλιο ΠΟΛ 1035, η οποία και προβλέπει τα ακόλουθα:
«ΘΕΜΑ: Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων βάσει των διατάξεων των άρθρων 1 έως 13 του ν. 3888/2010.
Αναφορικά με το παραπάνω θέμα και σε συνέχεια προηγούμενων εγκυκλίων και οδηγιών διευκρινίζονται τα εξής:
1. Εφόσον σε Εκκαθαριστικό Σημείωμα που έχει γίνει αποδεκτό περιλαμβάνονται χρήσεις ήδη ελεγχθείσες ή περαιωθείσες με οποιοδήποτε τρόπο, όπως π.χ. με τακτικό έλεγχο, με τους ν. 3259/2004 και ν. 3697/2008, με το ν. 3296/2004 περί αυτοελέγχου (με την επιφύλαξη των διατ. των παρ. 1 και 2 του άρθρου 12 του ν. 3888/2010, σχετ. και η εγκ. ΠΟΛ. 1147/2010), με την παράγραφο 2 του άρθρου 6 του ν. 2753/1999 περί συνάφειας, κλπ., με την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλοι οι κατά περίπτωση όροι και προϋποθέσεις περαίωσης κλπ., το ποσό που έχει προκύψει για τις ελεγχθείσες ή περαιωθείσες χρήσεις με βάση το παραπάνω Σημείωμα συμψηφίζεται ή επιστρέφεται, εφόσον δεν είναι δυνατός ο συμψηφισμός, κατόπιν έκδοσης σχετικού ΑΦΕΚ, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου επιτηδευματία στην αρμόδια κατά το χρόνο έκδοσης του Σημειώματος Δ.Ο.Υ.
2. Για τα επιβαρυντικά εν γένει στοιχεία που για οποιοδήποτε λόγο δεν ήταν διαθέσιμα κατά την 13/10/2010 στη Γ.Γ.Π.Σ. (σχετ. η Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1137/2010, παρ. 2) και δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση των Εκκαθαριστικών Σημειωμάτων από τη Γ.Γ.Π.Σ., αλλά υφίσταντο ήδη στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. και στα Ελεγκτικά Κέντρα κατά την ίδια ημερομηνία, δεν θα εκδίδονται αποφάσεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης του προβλεπόμενου σχετικού Συμπληρωματικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 9 του ν. 3888/2010 και την απόφαση ΠΟΛ.1019/28.1.2011, ούτε και σε περίπτωση μη αποδοχής του εν λόγω Σημειώματος, για λόγους ίσης μεταχείρισης με τις περιπτώσεις επιβαρυντικών στοιχείων που ήταν διαθέσιμα στη Γ.Γ.Π.Σ. κατά την ίδια πιο πάνω ημερομηνία και λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση των Εκκαθαριστικών Σημειωμάτων.
Τα προαναφερόμενα επιβαρυντικά στοιχεία λαμβάνονται βεβαίως σε κάθε περίπτωση υπόψη για την έκδοση του ως άνω Συμπληρωματικού Σημειώματος σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση.
Ευνόητο είναι ότι σε όλες τις λοιπές περιπτώσεις επιβαρυντικών εν γένει συμπληρωματικών στοιχείων κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του ν. 3888/2010, τα οποία περιέρχονται στις Δ.Ο.Υ. μετά την αποδοχή του αρχικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος, θα εκδίδονται σε κάθε περίπτωση οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. πριν από την έκδοση του οικείου Συμπληρωματικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος και θα ακολουθείται γενικώς η οριζόμενη από την πιο πάνω απόφαση (σχετ. η παρ. 8 αυτής) διαδικασία. Τα ίδια ισχύουν και για επιβαρυντικά συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν στις Δ.Ο.Υ. από 13/10/2010 μέχρι την αποδοχή του αρχικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος, προκειμένου για Εκκαθαριστικά Σημειώματα που εκδόθηκαν από τη Γ.Γ.Π.Σ.
3. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του ν. 3888/2010, για όλα εν γένει τα λοιπά φορολογικά αντικείμενα (πλην δηλαδή της φορολογίας εισοδήματος) συμπεριλαμβανομένου και του Φ.Π.Α., εφόσον διαπιστώνεται η μη υποβολή των σχετικών δηλώσεων ή κατά το χρόνο αποδοχής του Εκκαθαριστικού Σημειώματος υπάρχουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. κάθε είδους επιβαρυντικά στοιχεία, τότε, ανεξαρτήτως της επελθούσας περαίωσης, για τα συγκεκριμένα αντικείμενα και τις συγκεκριμένες δηλώσεις διενεργείται έλεγχος σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (σχετ. και η εγκ. ΠΟΛ. 1147/2010), ακολουθουμένων όλων εν γένει των προβλεπόμενων ελεγκτικών διαδικασιών (συμπεριλαμβανομένης και της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 3610/2007).
Ειδικά σε ότι αφορά το Φ.Π.Α., εφόσον για περαιωθείσες χρήσεις δεν έχουν υποβληθεί μία ή περισσότερες περιοδικές δηλώσεις, τα ανωτέρω εφαρμόζονται για τις κατά περίπτωση φορολογικές περιόδους που αφορούν τις μη υποβληθείσες περιοδικές δηλώσεις και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, εκδίδονται συμπληρωματικές πράξεις κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του ν. 2859/2000 (Κώδικας Φ.Π.Α.). Τα ανωτέρω ισχύουν και στις περιπτώσεις που κατά το χρόνο αποδοχής του Εκκαθαριστικού Σημειώματος υπάρχουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. επιβαρυντικά εν γένει στοιχεία για ανακρίβεια των δηλώσεων Φ.Π.Α.»
Οι διευκρινίσεις παρέχονται με την εγκύκλιο ΠΟΛ 1035, η οποία και προβλέπει τα ακόλουθα:
«ΘΕΜΑ: Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων βάσει των διατάξεων των άρθρων 1 έως 13 του ν. 3888/2010.
Αναφορικά με το παραπάνω θέμα και σε συνέχεια προηγούμενων εγκυκλίων και οδηγιών διευκρινίζονται τα εξής:
1. Εφόσον σε Εκκαθαριστικό Σημείωμα που έχει γίνει αποδεκτό περιλαμβάνονται χρήσεις ήδη ελεγχθείσες ή περαιωθείσες με οποιοδήποτε τρόπο, όπως π.χ. με τακτικό έλεγχο, με τους ν. 3259/2004 και ν. 3697/2008, με το ν. 3296/2004 περί αυτοελέγχου (με την επιφύλαξη των διατ. των παρ. 1 και 2 του άρθρου 12 του ν. 3888/2010, σχετ. και η εγκ. ΠΟΛ. 1147/2010), με την παράγραφο 2 του άρθρου 6 του ν. 2753/1999 περί συνάφειας, κλπ., με την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλοι οι κατά περίπτωση όροι και προϋποθέσεις περαίωσης κλπ., το ποσό που έχει προκύψει για τις ελεγχθείσες ή περαιωθείσες χρήσεις με βάση το παραπάνω Σημείωμα συμψηφίζεται ή επιστρέφεται, εφόσον δεν είναι δυνατός ο συμψηφισμός, κατόπιν έκδοσης σχετικού ΑΦΕΚ, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου επιτηδευματία στην αρμόδια κατά το χρόνο έκδοσης του Σημειώματος Δ.Ο.Υ.
2. Για τα επιβαρυντικά εν γένει στοιχεία που για οποιοδήποτε λόγο δεν ήταν διαθέσιμα κατά την 13/10/2010 στη Γ.Γ.Π.Σ. (σχετ. η Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1137/2010, παρ. 2) και δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση των Εκκαθαριστικών Σημειωμάτων από τη Γ.Γ.Π.Σ., αλλά υφίσταντο ήδη στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. και στα Ελεγκτικά Κέντρα κατά την ίδια ημερομηνία, δεν θα εκδίδονται αποφάσεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης του προβλεπόμενου σχετικού Συμπληρωματικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 9 του ν. 3888/2010 και την απόφαση ΠΟΛ.1019/28.1.2011, ούτε και σε περίπτωση μη αποδοχής του εν λόγω Σημειώματος, για λόγους ίσης μεταχείρισης με τις περιπτώσεις επιβαρυντικών στοιχείων που ήταν διαθέσιμα στη Γ.Γ.Π.Σ. κατά την ίδια πιο πάνω ημερομηνία και λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση των Εκκαθαριστικών Σημειωμάτων.
Τα προαναφερόμενα επιβαρυντικά στοιχεία λαμβάνονται βεβαίως σε κάθε περίπτωση υπόψη για την έκδοση του ως άνω Συμπληρωματικού Σημειώματος σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση.
Ευνόητο είναι ότι σε όλες τις λοιπές περιπτώσεις επιβαρυντικών εν γένει συμπληρωματικών στοιχείων κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του ν. 3888/2010, τα οποία περιέρχονται στις Δ.Ο.Υ. μετά την αποδοχή του αρχικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος, θα εκδίδονται σε κάθε περίπτωση οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. πριν από την έκδοση του οικείου Συμπληρωματικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος και θα ακολουθείται γενικώς η οριζόμενη από την πιο πάνω απόφαση (σχετ. η παρ. 8 αυτής) διαδικασία. Τα ίδια ισχύουν και για επιβαρυντικά συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν στις Δ.Ο.Υ. από 13/10/2010 μέχρι την αποδοχή του αρχικού Εκκαθαριστικού Σημειώματος, προκειμένου για Εκκαθαριστικά Σημειώματα που εκδόθηκαν από τη Γ.Γ.Π.Σ.
3. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του ν. 3888/2010, για όλα εν γένει τα λοιπά φορολογικά αντικείμενα (πλην δηλαδή της φορολογίας εισοδήματος) συμπεριλαμβανομένου και του Φ.Π.Α., εφόσον διαπιστώνεται η μη υποβολή των σχετικών δηλώσεων ή κατά το χρόνο αποδοχής του Εκκαθαριστικού Σημειώματος υπάρχουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. κάθε είδους επιβαρυντικά στοιχεία, τότε, ανεξαρτήτως της επελθούσας περαίωσης, για τα συγκεκριμένα αντικείμενα και τις συγκεκριμένες δηλώσεις διενεργείται έλεγχος σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (σχετ. και η εγκ. ΠΟΛ. 1147/2010), ακολουθουμένων όλων εν γένει των προβλεπόμενων ελεγκτικών διαδικασιών (συμπεριλαμβανομένης και της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 3610/2007).
Ειδικά σε ότι αφορά το Φ.Π.Α., εφόσον για περαιωθείσες χρήσεις δεν έχουν υποβληθεί μία ή περισσότερες περιοδικές δηλώσεις, τα ανωτέρω εφαρμόζονται για τις κατά περίπτωση φορολογικές περιόδους που αφορούν τις μη υποβληθείσες περιοδικές δηλώσεις και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, εκδίδονται συμπληρωματικές πράξεις κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του ν. 2859/2000 (Κώδικας Φ.Π.Α.). Τα ανωτέρω ισχύουν και στις περιπτώσεις που κατά το χρόνο αποδοχής του Εκκαθαριστικού Σημειώματος υπάρχουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. επιβαρυντικά εν γένει στοιχεία για ανακρίβεια των δηλώσεων Φ.Π.Α.»
ΠΗΓΗ: Κέρδος online
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου